Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Απογευματινός λυρισμός

Είδα εψές στον ύπνο μου,
θεριόν ανήμερο κραυγάζων,
βρυχηθμούς άλλαλους,
που ατρόπως πυρ και μανία,
άυλα εξίσωνε.

Πιο τάχα ,
συλλογικό ενσυνείδητο,
υποσυνείδητα ανακίνησε
και ανάδυσε βιαίως
εικόνες ξένες και γνωστές
συνάμα.

Και έτρεχα δια να ξεφύγω
πατώντας πάνω, σ' ανθών πέταλα
που ξεκολούσαν ρυθμικά
ακολουθία αριθμών απέραντη
δυναμικά ακολουθώντας.

Και κάθε κτύπος έμοιαζε,
ίνα απωλέσει πόνο και χαρά μαζί,
κενών συναισθημάτων συγχορδία
που τόσο περίτεχνα
ισοσκέλιζε,

Νιώθω ορμή στο χέρι μου
και αντικρύζω
ξίφους θωριά
με φως πάλευκο ντυμένο
ωσάν τ' αποσπερίτη

και μπρός μου στέκει ήρεμη
πένα χρυσή αιωρείται
σαν σβούρα ξύλινη μικρού παιδιού
σ'άδειο πεζούλι
που  ατέρμονα γυρίζει.

Κινώ να την κρατήσω
κι ευθύς χάνεται
σαν όνειρο ή αντανάκλαση
σαν νηνεμία
που το κύμα αναμοχλέυει.

Γυρνώ ξοπίσω, τι να δώ;
θάμπος μεγάλο φλέγεται
και ο κόσμος το κοιτά και απορεί
κι ακίνητα προσμένει
τη σκουριά που απέρχεται.

Και τα βουνά κι οι θάλλασες
γίνηκαν μείγμα
που γρήγορα τόσο γύρισαν
που χρώμα μόνο του
απέμεινε το άσπρο.

Κι υψώθηκα σε ουρανούς παλιούς
και νέους συννάμα
άλλοτε γκρί κι άλλοτε μπλέ
το μπλε που βρίσκει το λευκό
στην άκρη του οινοπνεύματος.

Κι ο νους μειδίασε
στου χάους την πλάνη
κι ανεμογύρισε κι εστάθει
δείχνοντας πάντα ίδια ρότα
αυτή του νότου.

Μα τι σας λέω
κι ανυπερθέτως την κόμη σας κουράζω
με πράγματα συμβολικά
ονείρου γενόμενα
σαν θάμνου φύλλα στραβού.

Ας κοιμηθούμε χαρωποί
κι η αυγή θα φέρει εις πέρας
όλους του φόβου ίνα νικήσει
για να θεριώσουν σαν σπαρτά
και μεγαλώσουν νέοι.