Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

Η κρίσιμη νύχτα

Πατήσια περασμένες 12, είχε ήδη αργήσει.
Τράβηξα τον γιακά προς τα πάνω, το κρύο είχε αρχίσει και έδειχνε το αληθινό του πρόσωπο.
Κοίταξα δεξιά και αριστερά, κανείς, άνοιξα το πακέτο και έβγαλα ένα ακόμη τσιγάρο.
Θεέ μου,τι σπαστικό να ανάβεις αναπτήρα με γάντια.
Ξαφνικά ακούστηκε θόρυβος!
Αποτραβήχτηκα στο θυλήκωμα του τοίχου, το στενό ήταν σκοτεινό και υγρό, ακόμα κι οι ζητιάνοι το απέφευγαν. Πήρα βαθιά ανάσα και στάθηκα ακίνητος.
-Σκατά,το τσιγάρο έφεγγε ακόμα αναμένο στο πάτωμα.
Το πάτησα σιγά με τη σόλα του παπουτσιού.
Όλα ήταν ήρεμα για λίγο, μετά όμως εκείνος γύρισε, τα χαρακτηριστικά του γίναν λεπτομερή και η κόκκινη φωτεινή μύτη του δεν άφηνε περιθώριο για αμφιβολία.
-Ώστε εσύ είσαι πίσω απ'όλα αυτά Ρούντολφ.
Το βλέμμα του σκοτείνιασε,τα κουδουνάκια στα κέρατα σείστικαν σπασμωδικά.
Είδα το χέρι του να μπαίνει στην τσέπη του σακακιού του.
Η καρδιά μου χτύπησε, δεν είχα χρόνο έπρεπε να αντιδράσω αμέσως, ένιωσα το πιστό μου γκλόκ στην καπαρτίνα, το γράπωσα και πυροβόλησα μέσα από την τσέπη.
Το σημάδι ήταν ακριβές και ο θάνατος ακαριαίως.
Πήγα από πάνω του και τον αγκάλιασα, αντίο φίλε μου, ξεκουράσου τώρα.
Έφυγα κουρασμένος και με πόνο στην καρδιά.
Άτιμη δουλειά , έπρεπε να γίνει όμως.
Το άλλο πρωί ανακοίνωσα τι θα γίνει.
Ελάφι στιφάδο.
Το φάγαμε.
Ήταν νόστιμο.

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

The flight of the bumblebee.

Once upon a future there was a little bumblebee named Science who flew away from home to a distant flower to collect nectar for the production of honey.
It was quite the work and when it was finished the little bee stood to a nearby bush to rest and read it's favorite book, the flight algorithm.
But as soon as Science tried to fly away again discovered that her body in comparison to the capacity of its wings was not enought to overcome gravity.
So the little bee took a scissor cut off her wings and became an ant, peacefully living the rest of her life below ground.

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Tέλμα?





Τρέχω πατώντας πάνω σε φύλλα
ενώ μετεωρίζονται πάνω από την πάχνη της χλόης
πασχίζοντας να αναδείξω
την ευκολία ενός τυχαίου μεγαλείου

σπρώχνω την γη τρέξει
και αναδιπλώνεται και χάνεται
στο άπειρο ενός κοσμικού κενού
που μόλις γέμισε κροτίδες

στον πάτο μιας απέραντης λίμνης
βούτηξα και βρήκα ένα όστρακο
και άδραξα από μέσα του
το όνειρο της γούρνας να γίνει θάλασσα

πέταξα πάνω από κορφές
που λύγισαν από το βάρος της συνείδησης
και τίναξαν τα κλωνάρια τους
μέσα από την σιωπή μου

και όταν ξαπόστασα άξαφνα
και είδα αλυσίδες γύρω μου να πλέκουν
σφιχτά έκλεισα τα μάτια
και οι ψυχή μου άρχισε ξανά να τρέχει

και έγινα ένα με τα όλα
που το καθένα μόνο του
ήτανε λίγο από το τίποτα!

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Ο αέρας που φύσηξε δίπλα μου

Σκέψεις πάλι βασανίζουν το μυαλό μου, σκέψεις προσδοκίας, ενότητας, ανανέωσης.
Νιώθω σαν ένα καράβι που ξώκειλε και το μόνο για το οποίο αξίζει πια, είναι τα παιδιά που, παίζουν ξεχασμένες ιστορίες στο μεγαλοπρεπές κουφάρι του.
Πεθύμησα να αρχίσω να ταξιδεύω πάλι στα μακρινά και άυλα μέρη του μυαλού μου, που τελευταία,κάθε συνθεσή του μοιάζει να θυμίζει κάποιο έργο ή ταινία χιλιοπαιγμένη ή σαν κάποια μυστική αναφορά στους εκλεκτούς λίγους.
Κάποτε ζωγράφισα σ'ένα γυαλί ένα κάβουρα που πλέον δεν γνωρίζω καν τι είναι, πόσο άλλαξα άραγε, πόσα έχασα γι αυτά που κέρδισα.
Θέλω να καθίσω για λίγο να ξεκουραστώ να θρυνήσω να απογοητευτώ.
Φυσάει κ ένα κόκκινο φύλλο πέφτει στον ώμο μου και μου θυμίζει πόσο λαχταρώ την άνοιξη.
Σηκώνομαι ξανά λοιπόν με το σπαθί μου έτοιμο κραδαίνωντας γερά όλα όσα είμαι, θα προχωρήσω ξανά πιο μπροστά από ότι ονειρευόμουν και σαν χελιδόνι θα ανηψωθώ ξανά μήπως με ακολουθήσει κανένας και φέρουμε όλοι μαζι πια στον τόπο τούτο τον βασανισμένο τον ήλιο.

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011

Το σκυλάκι

Ήταν έξω στην αυλή
ένα σκυλί μικρό
Κι όλο έψαχνε να βρεί
λίγο φαγητό

Όμως ήταν άσχημο
και βρώμικο πολύ
και για να το διώξω
που και που ξερό του πέταγα ψωμί

άσχημα του μίλαγα
το μάλωνα συχνά
και όλο εκείνο κούναγε
την μικρή ουρά

Φύγε βρε κοπρόσκυλο
για θα φάς κλωτσιά

Και μια νύχτα σκότεινη
με πολύ ερημιά
δύο τύποι αλλόκοτοι
ήρθαν για κλεψία

Και ο σκύλος ένιωσε
αύρα φονική
και γάβγισε και γάβγισε
για να μας φυλάξει και να φυλαχθεί

τότε το μαχαίρωσαν
και έμεινε εκεί
πάνω στον πεζόδρομο
δίπλα στο ψωμί

Κι εγώ που ξύπνησα
φώναξα ευθύς
σκάσε βρε κωλόσκυλο
εξυπνώ νωρίς

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Επι-τέλους

Έξω βρέχει, σημάδι ότι το φθινώπορο μπήκε και μαζί με αυτό σκέψεις, σκέψεις για το μέλλον, για το παρόν, για το παρελθόν άρρηκτα ασυνένδετα μεταξύ τους, σαν φύλλα από γειτονικά δένδρα που το ένα έπεσε στο άλλο και πάει λέγοντας, συνθέτωντας μια αναπάντεχα ομοιόμορφη ανομοιομορφία!


Έξω βρέχει και δυστυχώς δεν το βλέπει κανείς.