Ήταν έξω στην αυλή
ένα σκυλί μικρό
Κι όλο έψαχνε να βρεί
λίγο φαγητό
Όμως ήταν άσχημο
και βρώμικο πολύ
και για να το διώξω
που και που ξερό του πέταγα ψωμί
άσχημα του μίλαγα
το μάλωνα συχνά
και όλο εκείνο κούναγε
την μικρή ουρά
Φύγε βρε κοπρόσκυλο
για θα φάς κλωτσιά
Και μια νύχτα σκότεινη
με πολύ ερημιά
δύο τύποι αλλόκοτοι
ήρθαν για κλεψία
Και ο σκύλος ένιωσε
αύρα φονική
και γάβγισε και γάβγισε
για να μας φυλάξει και να φυλαχθεί
τότε το μαχαίρωσαν
και έμεινε εκεί
πάνω στον πεζόδρομο
δίπλα στο ψωμί
Κι εγώ που ξύπνησα
φώναξα ευθύς
σκάσε βρε κωλόσκυλο
εξυπνώ νωρίς
Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011
Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011
Επι-τέλους
Έξω βρέχει, σημάδι ότι το φθινώπορο μπήκε και μαζί με αυτό σκέψεις, σκέψεις για το μέλλον, για το παρόν, για το παρελθόν άρρηκτα ασυνένδετα μεταξύ τους, σαν φύλλα από γειτονικά δένδρα που το ένα έπεσε στο άλλο και πάει λέγοντας, συνθέτωντας μια αναπάντεχα ομοιόμορφη ανομοιομορφία!
Έξω βρέχει και δυστυχώς δεν το βλέπει κανείς.
Έξω βρέχει και δυστυχώς δεν το βλέπει κανείς.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)